< ᏉᎳ ᎠᏂᏈᎷ ᏧᏬᏪᎳᏁᎸᎯ 3 >

1 ᎾᏍᎩ ᎢᏳᏍᏗ ᎡᏥᎸᏉᏗ ᎢᏓᎵᏅᏟ, ᎢᏣᏠᏯᏍᏗᏍᎩ ᎦᎸᎳᏗ ᎤᎬᏩᎵ ᎥᏓᏘᏯᏅᏗ ᎨᏒᎢ, ᎡᏣᏓᏅᏛᎵ ᎦᎶᏁᏛ ᏥᏌ ᎠᏥᏅᏏᏛ ᎠᎴ ᏄᎬᏫᏳᏒ ᎠᏥᎸᎨᎶᎯ ᎾᏍᎩ ᏤᏓᏁᎶᏗ ᏥᎩ.
Ὅθεν, ἀδελφοὶ ἅγιοι, κλήσεως ἐπουρανίου μέτοχοι, κατανοήσατε τὸν ἀπόστολον καὶ ἀρχιερέα τῆς ὁμολογίας ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν,
2 ᎾᏍᎩ ᏄᎵᏓᏍᏔᏅᎾ ᎨᏒ ᎾᏍᎩ Ꮎ ᎤᏁᏤᎸᎯ, ᎾᏍᎩᏯ ᎾᏍᏉ ᎼᏏ ᏄᏓᎵᏓᏍᏛᎾ ᏥᎨᏎ ᏂᎦᎥ ᏚᏓᏘᎾᎥᎢ.
πιστὸν ὄντα τῷ ποιήσαντι αὐτόν, ὡς καὶ Μωϋσῆς ἐν ὅλῳ τῷ οἴκῳ αὐτοῦ.
3 ᎯᎠᏰᏃ ᎾᏍᎩ ᎠᏍᎦᏯ ᎤᏟ ᎠᏥᎸᏉᏗᏳ ᎠᏥᏰᎸᏎ ᎡᏍᎦᏉ ᎼᏏ, ᎩᎶᏰᏃ ᎠᏓᏁᎸ ᎤᏁᏍᎨᎲᎯ ᎤᏟ ᎠᏥᎸᏉᏗᏳ ᎨᏐ ᎡᏍᎦᏉ ᎠᏓᏁᎸᎢ.
πλείονος γὰρ δόξης οὗτος παρὰ Μωϋσῆν ἠξίωται, καθ᾽ ὅσον πλείονα τιμὴν ἔχει τοῦ οἴκου ὁ κατασκευάσας αὐτόν.
4 ᏂᎦᎥᏰᏃ ᏓᏓᏁᎸ ᎩᎶ ᏧᏬᏢᏅᎯ ᎨᏐᎢ; ᎾᏍᎩ Ꮎ ᏂᎦᎥ ᏧᏓᎴᏅᏛ ᎤᏬᏢᏅᎯ ᎨᏒ ᎤᏁᎳᏅᎯ.
πᾶς γὰρ οἶκος κατασκευάζεται ὑπό τινος, ὁ δὲ τὰ πάντα κατασκευάσας Θεός.
5 ᎠᎴ ᎼᏏ ᎤᏙᎯᏳᎯ ᏄᏓᎵᏓᏍᏛᎾ ᎨᏒᎩ ᏂᎦᎥ ᏚᏓᏘᎾᎥᎢ ᎠᏥᏅᏏᏓᏍᏗ ᎾᏍᎩᏯᎢ, ᎾᏍᎩ ᎪᎯᏳᏗᏍᎩ ᎢᏳᎵᏍᏙᏗᏱ ᎾᏍᎩ Ꮎ ᏧᏓᎴᏅᏛ ᎬᏂᎨᏒ ᎢᎬᏁᏗ ᏥᎨᏎᎢ.
καὶ Μωϋσῆς μὲν πιστὸς ἐν ὅλῳ τῷ οἴκῳ αὐτοῦ ὡς θεράπων, εἰς μαρτύριον τῶν λαληθησομένων,
6 ᎦᎶᏁᏛᏍᎩᏂ ᎠᎦᏅᎩ ᎾᏍᎩᏯ ᏄᏓᎵᏓᏍᏛᎾ ᎨᏒᎩ ᎤᏩᏒ ᏚᏓᏘᎾᎥᎢ; ᎾᏍᎩ Ꮎ ᏚᏓᏘᎾᎥ ᎢᏖᎳ ᏥᎩ, ᎢᏳᏃ ᎤᎵᏂᎩᏛ ᏱᏗᎩᏂᏴᎭ ᎬᎵᏍᏆᏗᏍᎩ ᎾᏍᎩ Ꮎ ᎢᎦᎵᏍᎦᏍᏙᏛ ᎠᎴ ᎢᏓᏢᏈᏍᏙᏗᏍᎬ ᎤᏚᎩ ᎬᏗ ᎨᏒᎢ.
Χριστὸς δὲ ὡς υἱὸς ἐπὶ τὸν οἶκον αὐτοῦ, οὗ οἶκός ἐσμεν ἡμεῖς, ἐάνπερ τὴν παρρησίαν καὶ τὸ καύχημα τῆς ἐλπίδος μέχρι τέλους βεβαίαν κατάσχωμεν.
7 ᎾᏍᎩ ᎢᏳᏍᏗ, ᎦᎸᏉᏗᏳ ᎠᏓᏅᏙ ᎯᎠ ᏥᏂᎦᏪᎭ, ᎪᎯ ᎢᎦ ᎢᏳᏃ ᎧᏁᎬ ᎢᏣᏛᎪᏗᏱ ᎢᏣᏚᎵᏍᎨᏍᏗ,
Διό, καθὼς λέγει τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον· σήμερον ἐὰν τῆς φωνῆς αὐτοῦ ἀκούσητε,
8 ᏞᏍᏗ ᏱᏗᏥᏍᏓᏲᏗᏍᎨᏍᏗ ᏗᏥᎾᏫ, ᎾᏍᎩᏯ ᏄᎾᏛᏁᎸ ᏥᎬᎩᎾᎸᏍᏔᏅᎩ, ᎾᎯᏳ ᎢᎦ ᏥᎬᎩᎪᎵᏰᎥᎩ ᎢᎾᎨᎢ;
μὴ σκληρύνητε τὰς καρδίας ὑμῶν ὡς ἐν τῷ παραπικρασμῷ, κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ πειρασμοῦ ἐν τῇ ἐρήμῳ,
9 ᎾᎯᏳ ᏗᏥᎦᏴᎵᎨ ᏥᎬᎩᎪᎵᏰᏍᎬᎩ, ᎠᎴ ᏥᎬᏆᎦᏘᏍᎬᎩ, ᎠᏂᎪᏩᏘᏍᎬᎩᏍᎩᏂᏃᏅ ᏓᎩᎸᏫᏍᏓᏁᎲ ᏅᎦᏍᎪᎯ ᏧᏕᏘᏴᏛ.
οὗ ἐπείρασάν με οἱ πατέρες ὑμῶν, ἐδοκίμασάν με, καὶ εἶδον τὰ ἔργα μου τεσσαράκοντα ἔτη·
10 ᎾᏍᎩ ᎢᏳᏍᏗ ᎦᏥᏂᏉᏘᎸᎩ ᎾᏍᎩ Ꮎ ᏴᏫ, ᎠᎴ ᎯᎠ ᎾᎩᏪᏒᎩ, ᏂᎪᎯᎸ ᏚᎴᎾᎯᎭ ᏧᏂᎾᏫ; ᎠᎴ ᎥᏝ ᎤᏂᎦᏙᎥᏒᎯ ᏱᎩ ᏓᎩᏅᏅᎢ.
διὸ προσώχθισα τῇ γενεᾷ ἐκείνῃ καὶ εἶπον· ἀεὶ πλανῶνται τῇ καρδίᾳ, αὐτοὶ δὲ οὐκ ἔγνωσαν τὰς ὁδούς μου·
11 ᎾᏍᎩ ᏅᏓᏳᎵᏍᏙᏔᏅᎩ ᎠᏆᏎᎵᏔᏅᎩ ᎠᎩᏔᎳᏬᏍᎬ, ᎾᏍᎩ ᎤᏂᏴᏍᏗᏳ ᏂᎨᏒᎾ ᎨᏒ ᎠᏆᏤᎵ ᎠᏣᏪᏐᎸᏍᏙᏗᏱ ᎨᏒᎢ.
ὡς ὤμοσα ἐν τῇ ὀργῇ μου, εἰ εἰσελεύσονται εἰς τὴν κατάπαυσίν μου·
12 ᎢᏤᏯᏔᎮᏍᏗ, ᎢᏓᎵᏅᏟ, ᏞᏍᏗᏉ ᏂᎯ ᎩᎶ ᎤᏬᎯᏳᎯᏍᏛ ᏂᎨᏒᎾ ᎤᎾᏫ ᏳᏯᎡᏍᏗ, ᎾᏍᎩ ᎠᏓᏅᎡᎯ ᎬᏂᏛ ᎤᏁᎳᏅᎯ.
βλέπετε, ἀδελφοί, μή ποτε ἔσται ἔν τινι ὑμῶν καρδία πονηρὰ ἀπιστίας ἐν τῷ ἀποστῆναι ἀπὸ Θεοῦ ζῶντος,
13 ᏕᏣᏓᏬᏂᏗᏍᎨᏍᏗᏍᎩᏂ ᏂᏚᎩᏨᏂᏒᎢ, ᎠᏏᏉ ᎪᎯ ᎢᎦ ᎦᎪᏎᏗ ᏥᎩ; ᎾᏍᎩ ᏂᎯ ᎩᎶ ᎨᏥᏍᏓᏲᎯᏍᏗ ᏂᎨᏒᎾ ᎢᏳᎵᏍᏙᏗᏱ ᎤᏓᎵᏓᏍᏗ ᎠᏍᎦᏂ ᎢᏳᏩᏂᏌᏛ.
ἀλλὰ παρακαλεῖτε ἑαυτοὺς καθ᾽ ἑκάστην ἡμέραν ἄχρις οὗ τὸ σήμερον καλεῖται, ἵνα μὴ σκληρυνθῇ ἐξ ὑμῶν τις ἀπάτῃ τῆς ἁμαρτίας·
14 ᏕᎦᏚᏓᏕᏫᏒᏰᏃ ᎦᎶᏁᏛ, ᎢᏳᏃ ᏱᏅᏩᏍᏗᏉ ᏕᎩᏂᏴᏒ ᎤᎵᏂᎩᏛ ᎬᎵᏍᏆᏗᏍᎩ ᎢᎬᏱᏱ ᎢᎦᎵᏍᎦᏍᏙᏔᏅᎢ;
μέτοχοι γὰρ γεγόναμεν τοῦ Χριστοῦ, ἐάνπερ τὴν ἀρχὴν τῆς ὑποστάσεως μέχρι τέλους βεβαίαν κατάσχωμεν,
15 ᎯᎠᏰᏃ ᎢᎦᏪᏛ ᎢᎩ, ᎪᎯ ᎢᎦ ᎢᏳᏃ ᎢᏣᏚᎵᏍᎨᏍᏗ ᎧᏁᎬ ᎢᏣᏛᎪᏗᏱ, ᏞᏍᏗ ᏱᏗᏥᏍᏓᏲᏗᏍᎨᏍᏗ ᏗᏥᎾᏫ, ᎾᏍᎩᏯ ᏄᎾᏛᏁᎸ ᎾᎯᏳ ᏥᎬᎩᎾᎸᏍᏔᏅᎩ.
ἐν τῷ λέγεσθαι· σήμερον ἐὰν τῆς φωνῆς αὐτοῦ ἀκούσητε, μὴ σκληρύνητε τὰς καρδίας ὑμῶν ὡς ἐν τῷ παραπικρασμῷ.
16 ᎦᎪᏰᏃ ᎿᎭᏉ ᎤᎾᏛᎦᏅ, ᎤᏂᎿᎭᎸᏍᏔᏁᎢ; ᏝᏍᎪ ᏂᎦᏛ ᎢᏥᏈᏱ ᏂᏙᏓᏳᏗᏅᏍᏔᏅᎯ ᏱᏏ, ᎾᏍᎩ ᏱᏄᎾᏛᏁᎴᎢ?
τίνες γὰρ ἀκούσαντες παρεπίκραναν; ἀλλ᾽ οὐ πάντες οἱ ἐξελθόντες ἐξ Αἰγύπτου διὰ Μωϋσέως;
17 ᎠᎴ ᎦᎪ ᏅᎦᏍᎪᎯ ᏧᏕᏘᏴᏛ ᏚᏂᏆᏘᎴᎢ? ᏝᏍᎪ ᎾᏍᎩ Ꮎ ᎤᏂᏍᎦᏅᏨᎯ ᏥᎨᏎᎢ, ᎾᏍᎩ Ꮎ ᏗᏂᏰᎸ ᎢᎾᎨ ᏥᏚᏅᏤᎢ?
τίσι δὲ προσώχθισε τεσσαράκοντα ἔτη; οὐχὶ τοῖς ἁμαρτήσασιν, ὧν τὰ κῶλα ἔπεσεν ἐν τῇ ἐρήμῳ;
18 ᎠᎴ ᎦᎪ ᏚᏁᏤᎴ ᎠᏎᎵᏛᏍᎬ ᎾᏍᎩ ᎤᏂᏴᏍᏗᏱ ᏂᎨᏒᎾ ᎨᏒ ᎤᏤᎵ ᎠᏣᏪᏴᎸᏍᏙᏗᏱ? ᏝᏍᎪ ᎾᏍᎩ ᏱᎨᏎ Ꮎ ᏄᏃᎯᏳᏒᎾ ᏥᎨᏎᎢ?
τίσι δὲ ὤμοσε μὴ εἰσελεύσεσθαι εἰς τὴν κατάπαυσιν αὐτοῦ εἰ μὴ τοῖς ἀπειθήσασι;
19 ᎾᏍᎩ ᏥᏄᏍᏗ ᎢᏗᎪᏩᏘᎭ ᎾᏍᎩ ᏫᎬᏩᏂᏴᏍᏗ ᏂᎨᏒᎾ ᎨᏒ ᏅᏗᎦᎵᏍᏙᏗᏍᎬ ᏄᏃᎯᏳᏅᎾ ᎨᏒᎢ.
καὶ βλέπομεν ὅτι οὐκ ἠδυνήθησαν εἰσελθεῖν δι᾽ ἀπιστίαν.

< ᏉᎳ ᎠᏂᏈᎷ ᏧᏬᏪᎳᏁᎸᎯ 3 >